Αχτσιόγλου: “Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων είναι υπαρξιακό ζήτημα για την Ε.Ε.”

ekdilosi syriza axtsioglou Αχτσιόγλου πρώτη κατοικία

Τι δήλωσε σε παρουσίαση βιβλίου στη Θεσσαλονίκη

Τι δήλωσε σε παρουσίαση βιβλίου στη Θεσσαλονίκη

Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων είναι «υπαρξιακό» ζήτημα για την Ευρώπη, υπογράμμισε η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, στην παρουσίαση στη Θεσσαλονίκη, του βιβλίου : «Ανισότητες, νεοφιλελευθερισμός και ευρωπαϊκή ενοποίηση – Προοδευτικές απαντήσεις», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νήσος» και το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς.

Η κ. Αχτσιόγλου τόνισε ότι ήδη και πριν από την κρίση εφαρμόστηκαν πολιτικές, οι οποίες «απορρύθμιζαν την αγορά εργασίας», με αποτέλεσμα την «όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων», οι οποίες διευρύνθηκαν ακόμη περισσότερο κατά τη διάρκεια της κρίσης, εξαιτίας πολιτικών επιλογών, οι οποίες ενώ ισχυρίζονταν ότι, μέσω της λιτότητας, θα έφερναν την ανάπτυξη, στην πράξη στόχευαν «και το πέτυχαν» να επωμιστούν τις απώλειες τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα και να διασωθεί, ή και να αυξηθεί ο πλούτος των κυρίαρχων ελίτ.

Πρόσθεσε, ότι οι πολιτικές αυτές επιλογές συνέβαλαν στην αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας, πανευρωπαϊκά, στην αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και στην άνοδο της ακροδεξιάς.

«Η Ελλάδα θα έλεγα ότι αποτέλεσε μάλλον εξαίρεση, στο πώς εκφράστηκε αυτή η κοινωνική δυσαρέσκεια, που εκφράστηκε με ένα πιο προοδευτικό κύμα, προς το ΣΥΡΙΖΑ» είπε η κ. Αχτσιόγλου και συνέχισε:

«Αρα, το ζήτημα των ανισοτήτων για την Ευρώπη δεν είναι ζήτημα φιλολογικό, δεν είναι καν ζήτημα προτεραιότητας μεταξύ άλλων, είναι υπαρξιακό. Αν δεν αντιμετωπιστεί με ένα τρόπο άμεσο, τώρα, θα έχει πρόβλημα επιβίωσης το εγχείρημα το ευρωπαϊκό. Και αυτό το «καμπανάκι» χτυπάει, το Brexit είναι ένα μόνο «καμπανάκι» από αυτά».

Η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ότι στη χώρα μας το 2015 υπήρξε μια «αλλαγή παραδείγματος», όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε, αρχικά, ως στόχο την «κοινωνική προστασία» των πιο ευάλωτων, ενώ στη συνέχεια προσπάθησε να θέσει κανόνες στην – απορρυθμισμένη από προηγούμενες πολιτικές- αγορά εργασίας, πετυχαίνοντας την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, προωθώντας μέτρα για την αντιμετώπιση της αδήλωτης και απλήρωτης εργασίας και, γενικώς, θέτοντας «την εργασία στο επίκεντρο της αναπτυξιακής πολιτικής της».

Η κ. Αχτσιόγλου πρόσθεσε ότι αυτό θα μπορούσε να είναι «ένα αναπτυξιακό πλάνο για την Ευρώπη, που θα έχει στον πυρήνα της την εργασία» και συνέχισε:

«Είναι ή δεν είναι κοινωνικό ζήτημα η μείωση των ανισοτήτων; Κι αν είναι πολιτικό ζήτημα, πολιτικός στόχος ποια είναι τα μέσα για την επίτευξη του στόχου;» διερωτήθηκε η κ. Αχτσιόγλου και πρόσθεσε ότι «ενόψει των ευρωεκλογών» αυτός «ο πολιτικός στόχος πρέπει να εξειδικευτεί» και «να δοθεί βάρος σε τρεις άξονες».

«Ο πρώτος άξονας, είναι το ζήτημα της λήψης αποφάσεων και το ζήτημα της δημοκρατίας» υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου, αναφέροντας ότι «δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, ούτε στο ελάχιστο, λόγω των έκτακτων συνθηκών στην οικονομία», η μεταφορά λήψης αποφάσεων σε τεχνοκράτες, αντί εκλεγμένων σωμάτων. «Τα εκλεγμένα σώματα, οι κυβερνήσεις, δεν μπορούν να λειτουργούν σε ρόλο παρατηρητή τεχνοκρατών, οι οποίοι συνταγογραφούν πολιτικές που εφαρμόζονται σε δημοκρατικές χώρες» τόνισε η κ. Αχτσιόγλου, επισημαίνοντας την ανάγκη ενίσχυσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο του «δημοκρατικού ελέγχου» και «διαφάνειας» στη λήψη αποφάσεων και τη «δημόσια λογοδοσία».

«Δεύτερος άξονας, μια σειρά από κρίσιμες θεσμικές αλλαγές στον τομέα της οικονομίας, μιλώ για θέσπιση αυστηρών δεσμευτικών κανόνων σε ότι αφορά τη φοροδιαφυγή του μεγάλου πλούτου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η αυστηροποίηση του πλαισίου για τους φορολογικούς παραδείσους» συνέχισε η κ. Αχτσιόγλου και πρόσθεσε :

«Και τρίτος άξονας, αυτός της κοινωνικής δικαιοσύνης, η προστασία της εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων, με τον τρόπο που προανέφερα, που θεωρώ ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ένα παράδειγμα. Προστασία των δικαιωμάτων, όχι μόνο των ατομικών, αλλά και των συλλογικών δικαιωμάτων, αυτών που θα επιτρέψουν στον κόσμο της εργασίας να γίνει, πραγματικά, πρωταγωνιστής του πολιτικού μέλλοντος και όχι απλώς παθητικός αποδέκτης παροχών».

«Αυτούς τους τρεις πυλώνες θεωρώ ότι πρέπει να έχει η πλατφόρμα που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ευρώπη. Θεωρώ ότι σε αυτήν την πλατφόρμα πρέπει να συσπειρωθούν το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων που αυτή τη στιγμή εντοπίζει τον κίνδυνο της ανόδου της ακροδεξιάς και του φασισμού στην Ευρώπη» υπογράμμισε η υπουργός Εργασίας.

Η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ότι «υπάρχει αυτή η κινητικότητα» και στη χώρα μας, η οποία εκδηλώθηκε με την «αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού», με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών και διευκρίνισε ότι «η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν μια σπίθα», αλλά «δεν αρκεί μόνο η αναφορά στη Συμφωνία των Πρεσπών για να υπάρχει ένας σοβαρός προοδευτικός πόλος».

Η υπουργός πρόσθεσε, ότι στη νέα περίοδο για τη χώρα υπάρχουν «δύο διακριτά, προοδευτικά και άκρως ανταγωνιστικά σχέδια», το ένα όπως εκφράζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ και το άλλο, από τη ΝΔ και πρόσθεσε ότι «όλες οι δυνάμεις που τοποθετούνται, ή θέλουν να τοποθετούνται υπέρ του προοδευτικού μετώπου, πρέπει να έχουν πολύ καθαρή θέση για την οικονομία, την εργασία, το κοινωνικό κράτος».

Τοποθέτηση Μαρίας Καραμεσίνη

«Οι ανισότητες οξύνθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, από την αύξηση της ανεργίας. Ανεργία και επισφάλεια της εργασίας έπληξαν τα πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού» ανέφερε, μεταξύ άλλων, η επιμελήτρια της έκδοσης και συντάκτης του κυρίου άρθρου, μέλος της διοίκησης του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος και διοικήτρια του ΟΑΕΔ, Μαρία Καραμεσίνη.

«Οι ανισότητες θα πρέπει να είναι στο κέντρο ενός πολιτικού σχεδίου για την ευρωπαϊκή ενοποίηση» τόνισε η κ. Καραμεσίνη και πρόσθεσε : «Οι ανισότητες στην αγορά εργασίας και η λιτότητα εμποδίζουν, πραγματικά εμποδίζουν, τις οικονομίες από το να έχουν μια σταθερή ανάκαμψη και να μπουν μια αναπτυξιακή τροχιά. Θεωρώ ότι για την Αριστερά αυτό είναι πάρα πολύ κομβικό ζήτημα».

Η κ. Καραμεσίνη έκανε μια ιστορική αναδρομή στις πολιτικές, που εφαρμόστηκαν στις δυτικές κοινωνίες από τη δεκαετία του ’80 και μετά, τη σύγκρουση κεφαλαίου – εργασίας, με υποχώρηση της δεύτερης έναντι του πρώτου, την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, το ξήλωμα των εργατικών κατακτήσεων, τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Αναφέρθηκε, επίσης, στα κινήματα που αναδύθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης, όπως το “Occupy Wall Street” στις ΗΠΑ, καθώς και στη διακίνηση ντοκουμέντων και εγγράφων, μέσω του διαδικτύου, τα οποία αποκάλυπταν τη σύνδεση της κρίσης, με πολιτικές που ευνοούσαν τις κυρίαρχες ελίτ και τα οποία ανέδειξαν την πολιτική διάσταση του ζητήματος. Επεσήμανε, ακόμη, την παραδοχή τελικώς των διεθνών οργανισμών ΟΑΣΕ, κ.α. ότι οι συνταγές αντιμετώπισης της κρίσης, δηλαδή, οι πολιτικές λιτότητας, όχι μόνο δεν απέφεραν την αποκατάσταση και τη «μεγέθυνση» της οικονομίας, αλλά, αντιθέτως, μείωσαν την αγοραστική δύναμη και διεύρυναν τις ανισότητες. Τέλος, επεσήμανε τις σημαντικές προσωπικότητες, βραβευμένων
οικονομολόγων παγκοσμίου κύρους, οι οποίοι με τις αναλύσεις τους απέδειξαν ότι «οι οικονομικές ανισότητες δεν είναι αναπόφευκτες, δηλαδή, δεν προκύπτουν μόνο από την οικονομική αναγκαιότητα, από τους νόμους του καπιταλισμού, αλλά προωθούνται μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές».

«Είναι συνειδητές πολιτικές, κυβερνήσεων, που θέλουν να ευνοήσουν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου» τόνισε η κ. Καραμεσίνη και πρόσθεσε: «’Αρα, μέσω της πολιτικής μπορεί να υπάρξει απάντηση στις ανισότητες».

Η κ. Καραμεσίνη σημείωσε, ότι η «αποδοκιμασία» για τις ασκούμενες πολιτικές, εκφράστηκε στο δυτικό κόσμο, μεταξύ άλλων, με την άνοδο των δυνάμεων «του εθνικισμού, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού» και τη συνειδητοποίηση από τα «λαϊκά στρώματα» ότι οι κυρίαρχες ελίτ προσπάθησαν, μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές, λιτότητας, να τους φορτώσουν τα βάρη της κρίσης, διασώζοντας τον μεγάλο πλούτο και πρόσθεσε:

«Όλο αυτό κατά τη διάρκεια της κρίσης αναδείχθηκε και κατέστησε τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες ένα εξαιρετικά επίκαιρο ζήτημα και μια μεγάλη πρόκληση, αυτό καθιστά και το βιβλίο επίκαιρο».

Για το βιβλίο μίλησαν επίσης ο αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του ΑΠΘ, Γιώργος Δουράκης και ο επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής και Πολιτικής Ανθρωπολογίας ΑΠΘ Γιώργος Αγγελόπουλος. Τη συζήτηση συντόνισε ο επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, Μιχάλης Μπαρτσίδης.

Το βιβλίο περιλαμβάνει εισηγήσεις και ομιλίες Ελλήνων και ξένων ομιλητών του διεθνούς συνεδρίου που διοργάνωσε το «Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς», το Νοέμβριο του 2017 στην Αθήνα .

Την εκδήλωση παρακολούθησαν ο βουλευτής και Α’ αντιπρόεδρος της Βουλής Τάσος Κουράκης, ο συντονιστής του ΣΥΡΙΖΑ Α’ Θεσσαλονίκης Χρήστος Δουίτσης, ο πρόεδρος του ΟΑΣΘ Στέλιος Παππάς, ο πρόεδρος της ΕΥΑΘ Γιάννης Κρεστενίτης, η πανεπιστημιακός Μαρία Ρεπούση, στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, κ.α.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ